Μπορούμε καλλίτερα και περισσότερα

Ι. Γ. Καλλίνικος

Ο Ι. Γ. Καλλίνικος είναι καθηγητής στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου (London School of Economics).

Θα ήθελα, έστω και από μακριά, να καταθέσω μερικές σκέψεις για τιςεπικείμενες δημοτικές εκλογές και την πόλη μας. Θα είμαι κατ’ ανάγκη σύντομος έως και αποσπασματικός. Εξάλλου τα προβλήματα και οι προοπτικές της διευρυμένης Πρέβεζας δεν είναι δυνατόν να συζητηθούν, τουλάχιστον όχι ουσιαστικά, σε περίοδο εκλογών. Απαιτούν σταθερότερες μορφές διαλόγου, ενδελεχείς αναλύσεις και μόνιμες συλλογικές παρεμβάσεις από φορείς αλλά και πολίτες. Αυτή είναι η πρώτη μου σκέψη και παραίνεση προς τους συμπολίτες μου. Χωρίς δημόσιο διάλογο, χωρίς την ουσιαστικότερη συμμετοχή μας στα κοινά, χωρίς το μόνιμο ενδιαφέρον για την πόλη μας η Πρέβεζα δεν πρόκειται να δει καλλίτερες μέρες. Δεν υποτιμώ φυσικά τις εκλογές στις οποίες πιστεύω. Απλώς εκφράζω την σκληρή ίσως αλήθεια σ’ αυτή την  εποχή της ιδιώτευσης και κοινωνικού κατακερματισμού ότι η υποχρέωση και το δικαίωμα στα κοινά δεν αρκούν να εκφράζονται κάθε τέσσερα χρόνια. Ο λόγος του υποψήφιου δημάρχου Γιάννη Ρέντζου και οι πρωτοβουλίες του συνδυασμού Δημόσιος Χώρος: Πρέβεζα-Λούρος-Ζάλλογγο μου δίνουν την ελπίδα μιας σταθερότερης και ουσιαστικότερης παρέμβασης στα κοινά που υπερβαίνει τον χρονικό ορίζοντα των εκλογών. Την εύχομαι εκ βαθέων.

Συνεχίζοντας θα ήθελα να τονίσω ότι αυτά που μας ενώνουν σε σχέση με τα προβλήματα και τις προοπτικές της διευρυμένης Πρέβεζας είναι περισσότερα από αυτά που μας χωρίζουν. Αυτή η στοιχειώδης, τετριμμένη ίσως, αλήθεια μπορεί να μοιάζει ευφάνταστη πραγματικότητα μες στο κλίμα διάβρωσης, διαπλοκής και αξιακής αποσάθρωσης που έχει σημαδέψει την ελληνική επικράτεια τις τελευταίες δεκαετίες. Ωστόσο, όλοι θα θέλαμε μια καλλίτερη Πρέβεζα-Λούρο-Ζάλογγο ένα ζωντανότερο Αμβρακικό, μια ευπρεπέστερη πόλη με πεζοδρόμια και περισσότερα ποδήλατα, περισσότερες πλατείες και αθλητικούς χώρους, καθαρότερες ακτές στο Ιόνιο (που ας τονιστεί υποβαθμίζεται τάχιστα), ασφαλέστερους δρόμους, καλλίτερες δημοτικές υπηρεσίες, ουσιαστικότερο πολιτισμό για να αναφέρω μόνο μερικούς κοινούς στόχους. Αν όλες αυτές οι αξίες, εμπεδωμένες ακόμη και στον Ευρωπαϊκό νότο (Πορτογαλία, Ανδαλουσία, Πούλια), μοιάζουν ευφάνταστη πραγματικότητα είναι γιατί οι ίδιοι έχουμε πια ενσωματωθεί στο αξιακό τέλμα το οποίο μας περιβάλλει. Η καταστρατήγηση δημόσιων αξιών, η ληστρικότητα και συχνά χυδαιότητα ιδιωτικών συμφερόντων βρίσκουν πρόσφορο έδαφος σ’ αυτό το κλίμα ανεκτικότητας που αγγίζει συχνά τα όρια της απαξίωσης. Στο βάθος καλά και κακά μοιάζουν όλα ίδια.

Θα ήθελα να επιμείνω στο ότι αν οι στόχοι που μας ενώνουν σε σχέση με τα προβλήματα και τις προοπτικές της διευρυμένης Πρέβεζας είναι περισσότεροι από ότι μας χωρίζει, τότε οι όποιες διαφωνίες (ιδεολογικές, κομματικές αλλά και οικονομικές) γύρω από τα μέσα και τους τρόπους επίτευξης των στόχων είναι διαπραγματεύσιμες και κατά βάση μπορούν να υπερκεραστούν. Αν κάτι τέτοιο συχνά δεν επιτυγχάνεται είναι γιατί στη χώρα που γεννήθηκε, η Δημοκρατία είναι σπάνιο είδος. Και δεν εννοώ μόνον τη δημοκρατία ως πολίτευμα αλλά ως καθημερινή πρακτική δημόσιων φορέων αλλά και πάνω από όλα πολιτών.  Ας αναρωτηθούμε, πόσοι από μας άραγε μπορεί να ανεχτούν και να συνυπάρξουν με την άλλη άποψη, να διαπραγματευθούν τη διαφορά και να ζήσουν μαζί της σε καθημερινή βάση; Ο λόγος, η ενάργεια, οι προσωπικές αρετές του Γιάννη Ρέντζου είναι παράδειγμα προς μίμηση, γεννούν ελπίδες ότι μπορούμε να πετύχουμε τόσο περισσότερα όσο και καλλίτερα πράγματα.

Υπό αυτή την έννοια, ο δημόσιος χώρος δεν είναι απλά μια περιμετρική, τοπογραφική πραγματικότητα αλλά κυρίως η συλλογική, πολιτισμική οντότητα όπου οι πολίτες μιας πόλης/κοινότητας διαπραγματεύονται τις διαφορές τους, η αρχαία ελληνική αγορά, αν θέλετε, των ένδοξων προγόνων μας που τόσο συχνά επικαλούμαστε στις εθνικές μας ανασφάλειες αλλά που όλο και λιγότερο τους μοιάζουμε. Αυτών των προγόνων που συμβόλισαν το συλλογικό (το ιερό είναι μορφή του συλλογικού) με ένα εκ των συγκλονιστικότερων μνημείων του κόσμου, την ακρόπολη των Αθηνών. Όταν κανείς σκέφτεται αυτή τη διάσταση του δημόσιου χώρου τότε μια πόλη που θα ήταν άθροισμα κατοικιών μοιάζει μάλλον με εφιάλτη, μια ανθρώπινη κατ’ ουσία φυλακή χωρίς κάγκελα και ψηλούς τοίχους. Μια τέτοια πόλη που φαίνεται σιγά και σταθερά να λαμβάνει την επαίσχυντη μορφή της  θα πρέπει πάση θυσία να αποφύγουμε. Δεν θα αποβεί σε καλό κανενός. Ούτε ακόμη, όπως έχω υποστηρίξει σε άλλα κείμενά μου, του ίδιου του μίζερου συχνά συμπλέγματος συμφερόντων που έχει αναπτυχθεί γύρω από την οικοδομή και των οποίων το κέρδος είναι μόνο μικρό κλάσμα των έμπειρων Σκανδιναβικών κατασκευαστικών εταιριών που σέβονται (γιατί υπάρχουν κοινωνικοί κανόνες και πρακτικές) το περιβάλλον, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την αρχιτεκτονική κληρονομιά. Η ελληνική εργολαβική οικοδομή είναι χυδαία, βαλκανική εκτροπή, παραβίαση στοιχειωδών κανόνων κοινωνικότητας, αισθητικής αλλά και επιχειρηματικότητας στην οποία είναι ανάγκη να θέσουμε στοιχειώδεις φραγμούς αν το ίδιο το σύμπλεγμα αδυνατεί (είναι προς το συμφέρον του) να τις θέσει για τον εαυτό του.

Η σχέση βεβαίως ιδιωτικού/δημόσιου χώρου που κυριάρχησε στην Ελληνική επικράτεια μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δημιουργεί αρνητικές προϋποθέσεις για την επίλυση πολλών προβλημάτων που χαρακτηρίζουν τις ελληνικές πόλεις. Η ταύτιση του δημόσιου με το ξένο και αλλότριο συνετέλεσε στην λεηλασία της Ελληνικής γης και συχνά στην απαξίωση της ιστορίας, της αρχιτεκτονικής παράδοσης και οτιδήποτε υπερβαίνει τα όρια της ιδιωτικής κατοικίας. Η Ελλάδα που διαμορφώθηκε στην μεταπολίτευση είναι «επίτευγμα» όλων μας, όχι μόνο της εξουσίας, ας μη γελιόμαστε. Τα σκουπίδια και τα μπάζα που κοσμούν την ελληνική επικράτεια σε μήκος και πλάτος, συσσωρευμένα δεκαετίες στις άκρες των δρόμων μιλούν την δική τους «γλαφυρή» γλώσσα και αποκαλύπτουν το βαθμό διάβρωσης της έννοιας του δημόσιου, της φύσης και του συλλογικού. Η λατρεία του ιδιωτικού τέμνει εγκάρσια την ελληνική πραγματικότητα και γελά περιπαικτικά πίσω από την πλάτη της αριστερής ιδεολογίας. Αυτού του είδους τα προβλήματα φυσικά υπερβαίνουν τα όρια της Πρέβεζας. Έχουν πανελλαδική δυναμική που δεν είναι εύκολα αντιμετωπίσιμη αποκλειστικά στο πλαίσιο κάθε μιας πόλης ξεχωριστά. Χρειάζονται σίγουρα ευρύτερες συνεργασίες και δράσεις με μακρύτερους χρονικούς ορίζοντες.

Ωστόσο τα περιθώρια για δράση είναι πολύ περισσότερα από ότι μπορεί να φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Όπως τόνισε και ο Γιάννης Ρέντζος στην ομιλία του προς τους εν Αθήναις Πρεβεζάνους στο Ξενοδοχείο Τιτάνια όλες οι ελληνικές πόλεις δεν είναι ίδιες. Παρά τις ανελέητες επεμβάσεις που έχει δεχτεί η ίδια Πρέβεζα νομίζω έχει κατορθώσει (από ιστορικές συγκυρίες αλλά και την παρέμβαση των κατοίκων της και παλαιότερων δημάρχων) να κρατήσει, τουλάχιστον σε αυτό που αποκαλούμαι ιστορικό κέντρο, στοιχεία κάποιας γραφικότητας και ανθρωπιάς. Ας τους δώσουμε περισσότερο χώρο. Μπορούμε!

This entry was posted in πρεβεζάνοι συγγραφείς, πεζός, πεζόδρομος, ποδήλατο, ποδηλατόδρομος, Δημόσιος Χώρος, Ρέντζος and tagged . Bookmark the permalink.

1 Responses to Μπορούμε καλλίτερα και περισσότερα

  1. Ο/Η Spyros Vagelakis λέει:

    Ευχαριστούμε Γιάννη για το πολύ ωραίο άρθρο που δημοσίευσες και ελπίζω να αναγνωσθεί από τους συμπατριώτες μας, Σ. Βαγγελάκης

Σχολιάστε